Σύμφωνα με μια κλινική έρευνα που διεξήχθη στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, η καλύτερη ώρα μέσα στη μέρα για να δουλέψει ένας άνθρωπος, είναι στις 10 το πρωί.
Σε μια ομιλία στην Αγγλία το 2015, ο επικεφαλής της έρευνας Δρ. Paul Kelley εξήγησε ότι τις πρωινές ώρες 10-11 πμ οι άνθρωποι είναι εκ φύσεως περισσότερο αποδοτικοί απ’ ότι νωρίτερα, όπου ακόμα δεν έχουν συνέλθει πλήρως από τον ύπνο. Με το να κοιμόμαστε και να ξυπνάμε σύμφωνα με τις ώρες του βιολογικού μας ρολογιού, μπορούμε να καταπολεμήσουμε τις αϋπνίες, ενισχύουμε τις εγκεφαλικές μας επιδόσεις, τη μνήμη και την αποδοτικότητά μας. Στις 10 το πρωί, οι λειτουργίες αυτές βρίσκονται στο αποκορύφωμά τους.
Συγκεκριμένα, στις 10 πμ η θερμοκρασία του σώματος έχει ανέβει (όταν κοιμόμαστε έχουμε συνήθως υποθερμία) και νιώθουμε εντελώς ξύπνιοι και πιο έτοιμοι να δουλέψουμε, σε σχέση με τις 8 ή τις 9 πμ. Το μυαλό και το σώμα λειτουργούν άριστα και οι πιθανότητες να γίνει ένα σοβαρό λάθος πάνω στη δουλειά ή στο δρόμο προς τη δουλειά λόγω της νύστας, μειώνονται στο ελάχιστο. Εκείνη την ώρα μπορείς να καταπιαστείς με κάτι που απαιτεί συγκέντρωση και την πλήρη προσήλωσή σου.
Τα οφέλη του συγχρονισμού της ζωής μας με το βιολογικό μας ρολόι δεν είναι κάτι που ανακαλύφθηκε πρόσφατα. Η έρευνα του δρ. Kelley αποκάλυψε ότι η ιδανική ώρα ξυπνήματος μεταβάλλεται ανάλογα με την ηλικία. Τα μικρά παιδιά τείνουν να ξυπνούν από μόνα τους στις 6:30 πμ, οι έφηβοι στις 8 πμ, ενώ οι νέοι ενήλικες στις 9 πμ. Για τους ενήλικες από 25 έως 55 ετών η βέλτιστη ώρα ξυπνήματος είναι στις 10 πμ, ενώ μετά τη δεκαετία των 60 οι άνθρωποι τείνουν να κοιμούνται και να ξυπνούν αρκετά νωρίτερα.
Η συγκεκριμένη έρευνα έδειξε και τις χαμένες ώρες ύπνου ανάλογα με την ηλικία των ερωτηθέντων. Οι ηλικίες 14-24 χάνουν πάνω από 2 ώρες ύπνου ημερησίως, ενώ οι άνθρωποι μεταξύ 24 και 35 ετών χάνουν 1,5 ώρα ύπνου. Πλησιάζοντας στα 55 όμως, ένας άνθρωπος κοιμάται φυσιολογικά και τις ώρες που πρέπει (ομοίως με ένα 10χρονο παιδί). Αυτό φαίνεται να εξηγεί την καθιέρωση του ωραρίου 9-5, το οποίο αποφασίζεται από τους εργοδότες, οι οποίοι στις περισσότερες περιπτώσεις είναι πάνω από 50 ετών, άρα ο ύπνος τους είναι φυσιολογικός. Το ωράριο 9-5 είναι το ιδανικό γι’ αυτούς, όχι όμως και για τους νεαρότερους υπαλλήλους.
Εδώ έγκειται η ερώτηση αν θα πρέπει να αλλάξει το καθιερωμένο ωράριο εργασίας: ο δρ. Kelley υποστηρίζει ότι η μετατόπιση της ώρας εκκίνησης της εργασίας από τις 9 στις 10 πμ θα επιφέρει θετικές συνέπειες. Η διάθεση, η υγεία και φυσικά η αποδοτικότητα των υπαλλήλων θα βελτιωθεί, ενώ το μυαλό τους θα είναι πιο καθαρό με μια ώρα επιπλέον ύπνο. Συν τοις άλλοις, οι εργαζόμενοι θα αντιμετωπίζουν λιγότερα προβλήματα υγείας που μπορεί να προκύψουν από την έλλειψη ύπνου και την υπερβολική πίεση, πριν ο οργανισμός να είναι σωματικά έτοιμος για να εργαστεί.
Διάβασε ακόμα